Πρώιμη αντιμετώπιση στη φυσικοθεραπεία.
Η σύγχρονη αντιμετώπιση του παιδιού με Ε.Π απαιτεί την εφαρμογή προγραμμάτων πρώιμης διάγνωσης, πρώιμης θεραπείας και πρώιμης κοινωνικής ενσωμάτωσης.
Τα τρία αυτά προγράμματα είναι αλληλένδετα και η επιτυχία εξαρτάται από τον συνδυασμό τους.
Απαιτείται διεπιστημονική προσέγγιση από παιδίατρο, παιδονευρολόγο, αναπτυξιολόγο, ορθοπαιδικό, φυσικοθεραπευτή, εργοθεραπευτή, ψυχολόγο, λογοθεραπευτή, κοινωνικό λειτουργό και δάσκαλο.
Η σημαντικότερη δυσκολία στα προγράμματα πρώιμης παρέμβασης είναι ο διαχωρισμός των παιδιών που βρίσκονται σε κίνδυνο για την ανάπτυξη ΕΠ και εκείνων των παιδιών που διαγνώσθηκαν ως ΕΠ.
Η σωστή επιλογή του κατάλληλου χρόνου έναρξης της πρώιμης παρέμβασης απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή και καθορίζεται εμπειρικά.
Σε κάθε περίπτωση το πρόγραμμα πρώιμης παρέμβασης πρέπει να ξεκινά με την ανίχνευση ενδογενών και εξωγενών παραγόντων κινδύνου για την ανάπτυξη της Ε.Π και το διαχωρισμό των βρεφών σε υψηλού κινδύνου και χαμηλού κινδύνου.
Τα χαμηλού κινδύνου νεογνά θα ακολουθήσουν ένα πρόγραμμα συχνής παρακολούθησης ενώ αυτά του υψηλού κινδύνου θα υποβληθούν στα μέτρα της πρώιμης παρέμβασης.
Η παρακολούθηση των νεογνών και βρεφών υψηλού κινδύνου περιλαμβάνει την εκτίμηση παραμέτρων όπως την ποιότητα και το βαθμό προσέγγισης των κινητικών σταδίων της ανάπτυξης, το μυϊκό τόνο, τη στάση, την αντανακλαστική δραστηριότητα, την ανταπόκριση σε αισθητηριακά ερεθίσματα και την κινητική ανταπόκριση σε αλλαγή θέσης κατά την εξέταση.
Με τις παραπάνω δοκιμασίες γίνεται η αξιολόγηση της:
- Κινητικής συμπεριφοράς
- Ικανότητας αλληλεπίδρασης
- Και του συντονισμού των κινήσεων.
Έτσι κινητικές αποκλίσεις εντοπίζονται κα εκφράζονται με κινητικά σκορ. Η νευροαναπτυξιακή θεραπεία βασίζεται στη παράλληλη εκπαίδευση των γονέων και στη παράλληλη εκπαίδευση των γονέων και παροχή αναπτυξιακά εμπλουτισμένων εμπειριών ζωής.
Η επιτυχία των προγραμμάτων αυτών αποδίδεται κυρίως στην εκμετάλλευση των κρίσιμων περιόδων ανάπτυξης του κεντρικού νευρικού συστήματος.