Τα παιδιά δεν είναι πάντοτε σε θέση να δώσουν στους άλλους να καταλάβουν τι σκέφτονται και πως ακριβώς αισθάνονται.
Δεν μπορούν πάντοτε να εκφράσουν ευδιάκριτα και με σαφήνεια τις σκέψεις που έχουν για τον εαυτό τους για τους γονείς τους ή για τους άλλους. Δεν είναι σε θέση πάντα να μιλήσουν για τα συναισθήματά τους, τις απογοητεύσεις τους, τις αγωνίες, τους φόβους, τους δισταγμούς και τα διλήμματά τους, τον πόνο και τον θυμό τους, τις αμφιβολίες και την ανασφάλειά τους.
Κάποια παιδιά φαίνεται να υποφέρουν συναισθηματικά και να εκδηλώνουν προβλήματα στη συμπεριφορά τους. Άλλα, μπορεί να παρουσιάζουν σοβαρότερες δυσκολίες που παρακωλύουν την προσαρμογή τους. Αυτά τα παιδιά χρειάζονται εξειδικευμένη βοήθεια για να αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες τους, να ανακουφιστούν από δυσάρεστα συναισθήματα, να διευκολυνθούν στην ψυχοσυναισθηματική τους ανάπτυξη και να βοηθηθούν στην ομαλή προσαρμογή τους.
Όσο νωρίτερα βοηθηθούν, τόσο πιο αποτελεσματικοί θα είναι οι θεραπευτικοί στόχοι και πιο σταθερές οι επιδιωκόμενες αλλαγές.
Ενδεικτικά, οι δυσκολίες που συχνά παρατηρούνται στα παιδιά αφορούν σε: Προβλήματα συμπεριφοράς: Συμπτώματα προβληματικής συμπεριφοράς όπως απειθαρχία/εναντίωση, εκρήξεις οργής, συμπεριφορές χειρισμού των άλλων, επιδίωξη της προσοχής των άλλων, εμμονές, έλλειψη αυτοεκτίμησης, επιθετικότητα, παρορμητικότητα κ.α. που εκφράζονται με μεγάλη συχνότητα, ένταση και χρονική διάρκεια χρειάζεται να ληφθούν υπόψη από τη στιγμή που παρακωλύουν την ψυχοκοινωνική προσαρμογή του παιδιού.
Καθίσταται αναγκαία μια ολοκληρωμένη αξιολόγηση του βαθμού στον οποίο το παιδί εξελίσσεται με βάση τους εκάστοτε, βάσει ηλικίας, αναπτυξιακούς στόχους. Λαμβάνονται σοβαρά υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του παιδιού, οι ιδιαίτερες συνθήκες κάτω από τις οποίες ζει, οι δυνατότητες και οι δυσκολίες ώστε να ληφθεί η απόφαση για την εφαρμογή του αναγκαίου προγράμματος παρέμβασης η οποία περιλαμβάνει τόσο την υποστήριξη του ίδιου του παιδιού όσο και τη συμβουλευτική των γονέων, ακόμα και τη συνεργασία με το σχολείο στα πλαίσια μιας πολυπαραγοντικής αντιμετώπισης.
Διαταραχή ελλειμματικής προσοχής-υπερκινητικότητα:
Η έγκαιρη και κατάλληλη εκπαιδευτική διαδικασία έχει στόχο τη μείωση συμπτωμάτων απροσεξίας, παρορμητικότητας και υπερκινητικότητας τα οποία μπορεί να επηρεάσουν δυσμενώς τη σχολική επίδοση του παιδιού και την αυτοεκτίμησή του ή εξαιτίας αυτών να νιώσει απόρριψη. Συνήθως αντιδρά με εκρήξεις θυμού, ισχυρογνωμοσύνη και απαιτητικότητα, παρουσιάζει ευμετάβλητα συναισθήματα, ενώ μελλοντικά μπορεί να επηρεαστεί η κοινωνική και επαγγελματική λειτουργικότητα και προσαρμογή. Τόσο το παιδί όσο και οι γονείς ακολουθούν ένα συνεχές, σταθερό και σαφές ειδικό πρόγραμμα εκπαίδευσης με βάση κυρίως συμπεριφορές τεχνικές όπως π.χ. τοποθέτηση σαφών ορίων στη μη αποδεκτή συμπεριφορά και θετική ενίσχυση στην αποδεκτή συμπεριφορά.
Αγχώδεις διαταραχές/φοβίες:
Το παιδί φαίνεται να βιώνει έντονο άγχος ή παράλογο και διαρκή έντονο φόβο μπροστά σε αδικαιολόγητο ή απροσδιόριστο κίνδυνο, ή απέναντι σε συγκεκριμένα ερεθίσματα/αντικείμενα. Μπορεί να παρουσιάσει σωματικά συμπτώματα (πόνος στο στομάχι, εφίδρωση, εφιάλτες, δύσπνοια, πονοκέφαλοι, έμετοι) ή/και δυσκολίες στη συγκέντρωση, ευερεθιστότητα, εκρήξεις οργής, υπερευαισθησία σε διάφορες καταστάσεις ή τραυματικά γεγονότα. Χρειάζεται να αντιμετωπιστεί το άγχος του παιδιού στα πλαίσια παιδικής ψυχοθεραπείας ώστε μέσω παιχνιδιού να καταφέρει να μειώσει την ένταση των προκαλούμενων από το άγχος συμπτωμάτων, να βοηθηθεί στην ομαλή προσαρμογή του στο περιβάλλον και να θωρακιστεί με προστατευτικές στρατηγικές αντιμετώπισης των στρεσσογόνων συνθηκών.
Άγχος αποχωρισμού/Σχολική φοβία:
Όταν οι φωνές και το κλάμα του παιδιού κατά τον αποχωρισμό από οικεία πρόσωπα (συνήθως οι γονείς) ή στην ενημέρωση για επικείμενο σύντομο αποχωρισμό είναι έντονα και ακραία, σε βαθμό μεγαλύτερο από ό,τι αναμένεται σύμφωνα με το αναπτυξιακό του στάδιο, τότε θεωρείται ότι υπάρχει διαταραχή. Ο αποχωρισμός φαίνεται να αποτελεί το επίκεντρο του άγχους το οποίο εμφανίζεται με ασυνήθιστη ένταση, αδικαιολόγητη για την ηλικία του παιδιού ή συνεχίζεται και πέρα από αυτή και είναι δυνατό να προκληθούν προβλήματα στην κοινωνική του προσαρμογή και τις διαπροσωπικές σχέσεις. Η πολύπλευρη παρέμβαση εστιάζει συχνά σε παιδική ψυχοθεραπεία/παιγνιοθεραπεία, εκπαίδευση/συμβουλευτική γονέων ή ακόμα και ψυχοθεραπεία ειδικά όταν υπάρχει ήδη αγχώδη διαταραχή σε κάποιο γονέα. Η έγκαιρη διάγνωση και παρέμβαση θεωρείται αναγκαία για μια καλή πρόγνωση.
Μαθησιακές δυσκολίες:
Η αξιολόγηση στηρίζεται στη χορήγηση ειδικών δοκιμασιών (Αθηνά τέστ κ.λ.π) που μετρούν την ικανότητα για ανάγνωση, μαθηματικά, γραπτός λόγος/γραπτή έκφραση. Η έγκαιρη διάγνωση και η διαμόρφωση του κατάλληλου θεραπευτικού προγράμματος μπορεί να αποτρέψουν μείωση του επιπέδου αυτοεκτίμησης του παιδιού, διαταραχές στις κοινωνικές του δεξιότητες, διασπαστική συμπεριφορά, αίσθημα απόρριψης, σχολικές και μελλοντικές επαγγελματικές δυσκολίες, ή ακόμη και εγκατάλειψη του σχολείου, αν οι διαταραχές στη μάθηση επιμείνουν και γίνουν χρόνιες. Ακολουθείται ειδικό πρόγραμμα διορθωτικής εκπαίδευσης σε ατομικό επίπεδο. Εάν συνυπάρχουν προβλήματα συμπεριφοράς ή συναισθηματικά προβλήματα, ακολουθείται ψυχοθεραπευτική αντιμετώπιση του παιδιού και παράλληλη συμβουλευτική παρέμβαση για τους γονείς.
Διαταραχές της επικοινωνίας:
Για κάθε συγκεκριμένη διαταραχή (π.χ. της γλωσσικής έκφρασης, της γλωσσικής αντίληψης, της άρθρωσης, τραυλισμός, κλπ) ακολουθείται ειδικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα με ασκήσεις και τεχνικές αποκατάστασης. Σε περιπτώσεις (π.χ. τραυλισμός, επιλεκτική βωβότητα) που συνυπάρχουν συναισθηματικά προβλήματα ή προβλήματα συμπεριφοράς όπως υπερβολική ντροπή, κοινωνική απομόνωση ή εναντιωματικές συμπεριφορές που παρακωλύουν την ομαλή σχολική και κοινωνική προσαρμογή, συνδυάζεται ατομική ψυχοθεραπεία του παιδιού με παράλληλη συμβουλευτική στους γονείς.
Εκτεταμένες διαταραχές της ανάπτυξης (π.χ. αυτισμός, διαταραχή Asperger):
Μέσα σε ένα υποστηρικτικό πλαίσιο ακολουθείται λεπτομερές πρόγραμμα ειδικής εκπαίδευσης η οποία κυρίως εστιάζει σε θεραπεία της συμπεριφοράς προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα που αφορούν διάφορους τομείς της ανάπτυξης όπως η έντονα μειωμένη ικανότητα ανταπόκρισης στα περιβαλλοντικά και διαπροσωπικά ερεθίσματα, η έλλειψη κοινωνικής και συναισθηματικής αμοιβαιότητας, η ελλειμματική και στερεότυπη επικοινωνία, οι τυχόν στερεότυποι τύποι συμπεριφοράς, ενδιαφερόντων και δραστηριοτήτων. Επίσης, σε συμβουλευτικό επίπεδο δίνονται στους γονείς συγκεκριμένες οδηγίες για την πλαισίωση και επίτευξη των παραπάνω θεραπευτικών στόχων.
Νοητική καθυστέρηση:
Η θεραπευτική προσέγγιση βασίζεται αφ’ενός σε εδικές διαγνωστικές δοκιμασίες (WICK) και αφ’ετέρου σε μια προσεκτική και σφαιρική κλινική εκτίμηση των σωματικών και ψυχοκοινωνικών δυσκολιών του παιδιού, με βάση τους αναμενόμενους αναπτυξιακούς στόχους της ηλικίας του: αυτοεξυπηρέτηση, επικοινωνία, διαπροσωπικές/κοινωνικές δεξιότητες, υγεία, ασφάλεια, ελεύθερος χρόνος, λειτουργικές/πρακτικές δεξιότητες. Η διαμόρφωση του θεραπευτικού προγράμματος τείνει να προσεγγίζει και να ανταποκρίνεται στις ανάγκες και δυνατότητες του κάθε παιδιού και των γονέων του. Οι γονείς, παράλληλα, μπορούν να λάβουν ψυχολογική υποστήριξη και συμβουλευτική καθώς και ειδική εκπαίδευση σε συμπεριφορικές τεχνικές ως συν-θεραπευτές και συν-εκπαιδευτές του παιδιού τους.
Διαταραχές της απέκκρισης (εγκόπριση, ενούρηση):
Η ντροπή που το παιδί αισθάνεται μπορεί να περιορίσει τις δραστηριότητές του, να προκαλέσει σχολική και κοινωνική έκπτωση ή αισθήματα απόρριψης από τους συνομηλίκους του. Για την αντιμετώπιση των διαταραχών απέκκρισης χρησιμοποιούνται τεχνικές θεραπείας συμπεριφοράς από τους γονείς, ώστε το παιδί να επιτύχει έλεγχο των σφιγκτήρων και της ουροδόχου κύστης. Παράλληλα, μέσα σε υποστηρικτικό πλαίσιο, οι γονείς ασκούνται σε ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα εκπαίδευσης τουαλέτας του παιδιού, αν η προηγούμενη εκπαίδευση ήταν ανεπαρκής ή καθυστερημένη λόγω κάποιου ψυχοκοινωνικού στρες.
Κρίση στην οικογένεια (π.χ. διαζύγιο, υιοθεσία, θάνατος):
Κρίνεται σκόπιμο ένα συμβουλευτικό, υποστηρικτικό ή ψυχοθεραπευτικό πλαίσιο παρέμβασης για τους γονείς όπου θα μπορούν να διεργαστούν πιο αποτελεσματικούς τρόπους διαχείρισης της κρίσιμης κατάστασης στην οποία έχει περιέλθει όλη η οικογένεια. Ανάλογα με τις ανάγκες, ακολουθείται ατομική ψυχοθεραπεία του παιδιού/εφήβου.
Όποιες και αν είναι οι δυσκολίες στο παιδί και τον έφηβο αντιμετωπίζονται διεπιστημονικά και εξατομικευμένα μέσα στο σύστημα οικογένεια-σχολείο.
Παράλληλα και συμπληρωματικά, οι γονείς υποστηρίζονται, ενθαρρύνονται και ενδυναμώνονται στο ρόλο τους ως οι σημαντικότεροι συνοδοιπόροι στην εξελικτική πορεία των παιδιών τους.
Η κατανόηση των ατομικών διαφορών στον τρόπο με τον οποίο τα παιδιά προσπαθούν να βρουν το δρόμο τους στην επίπονη πορεία προς την επίτευξη των εκάστοτε αναπτυξιακών στόχων αποτελεί τη βάση για κάθε προσπάθεια θεραπευτικής παρέμβασης στις δυσκολίες τους.
Δραματοθεραπεία
Η Δραματοθεραπεία ανήκει στις ψυχοδυναμικές θεραπείες. Αντλεί τις γνώσεις της κυρίως από τους τομείς της Ψυχοθεραπείας, της Κοινωνικής Ανθρωπολογίας, της Εξελικτικής Ψυχολογίας, το Δράμα και το Θέατρο. Η τέχνη είναι παρούσα σε όλες της τις μορφές, Μουσική, Χορός, Ζωγραφική, Γλυπτική.
Οι συμβολισμοί βοηθούν στην ανακάλυψη και έκφραση πτυχών του ατόμου που εμπεριέχουν δημιουργική δύναμη και που το ωθούν να έρθει σε επαφή με τον εαυτό του και τους άλλους.
Η εξερεύνηση του εαυτού και των εμπειριών μέσω του δράματος είναι ένας από τους πιο δυναμικούς τρόπους να ορίσουμε τους εαυτούς μας και της σχέσεις μας με τους άλλους.